Είναι μία από αυτές τις στιγμές, που η άτιμη προεφηβεία δεν ξέρει, τί της συμβαίνει.
Είναι απλά κακόκεφη για λίγη ώρα, χωρίς να μπορεί να προσδιορίσει την αιτία κι αυτό γίνεται ακόμη πιο ενοχλητικό για την ίδια.
Η μαμά όμως ξέρει και κατανοεί, οπότε και δεν λέει κάτι, ενώ φεύγουν για μια κοινωνική επίσκεψη.
Ακόμη θέλω να την κρατώ από το χέρι, όταν περπατάμε μαζί στο δρόμο.
Δεν το αποφεύγει.
Μάλιστα νιώθω, ότι κάποιες φορές το θέλει κι εκείνη.
Έτσι και αυτή τη φορά.
Περπατάμε στο δρόμο και της πιάνω το χέρι.
Είναι τόσο αυτόματη αυτή η κίνηση, που νομίζω, ότι θα χρειαστώ εκπαίδευση για να την σταματήσω στη συνέχεια.
Μια κίνηση, που δεν έχει να κάνει πια με την ασφάλειά της στο δρόμο.
Είναι δήλωση και έκφραση του “Είμαστε μαζί” – “Θέλω να σε έχω κοντά μου” – “Να σε νιώθω δίπλα μου” – “Σ’ αγαπώ”
Είναι σιωπηλή έχοντας αυτό το ύφος της απροσδιόριστης ανεξήγητης κακοκεφιάς κι ενώ της κρατώ το χέρι, συνειδητοποιώ, ότι την ίδια στιγμή εκείνη δεν κρατά το δικό μου χέρι. Απλά με έχει αφήσει να κρατώ το δικό της.
Όταν το αντιλαμβάνομαι, προφασιζόμενη ότι θέλω να πάρω ένα χαρτομάντηλο από την τσάντα μου, της φίλησα το χέρι της και το άφησα απαλά ελεύθερο.
Της μιλούσα για διάφορα-αδιάφορα και δεν έκανα κίνηση, να την ξανακρατήσω.
Σκέφτηκα να την αφήσω και βέβαια να μην πω τίποτα.
Δεν ήθελα να την πιέσω, γιατί μπορεί απλά να μην θέλει να της κρατάω το χέρι (μεγαλώνει…).
Βλέποντας όμως ότι η κακοκεφιά είναι ακόμη εκεί, ήθελα να της μεταφέρω τη στοργή και την αγάπη μου, οπότε ενώ της μιλούσα, της χάιδευα τα μαλλιά, της έδινα πεταχτά φιλιά στο μάγουλο και στα μαλλιά της και της χαμογελούσα ενώ της μιλούσα γλυκά.
Όπως περπατούσαμε, το χέρι της ανεπαίσθητα ακούμπησε το δικό μου.
Δεν είπα κάτι. Δεν έκανα κάτι. Αυτό έγινε και δεύτερη φορά και τρίτη.
Δεν ήταν πια τυχαίο. Ναι. Ήταν τυχαίο, όπως αυτό της Βουγιουκλάκη στο Σύγχρονη Σταχτοπούτα. 🙂
Γύρισα και της είπα, : Να σου πιάσω το χέρι και να σε νιώθω πιο κοντά μου τώρα, που περπατάμε;
Μου ένευσε “Ναι!”, μου χαμογέλασε και μόλις της έπιασα, το χέρι, το φίλησα κι εκείνη έγειρε ανακουφισμένη και γελαστή πάνω μου.
Και σε δευτερόλεπτα άλλαξε η διάθεσή της.
Έτσι! Ξαφνικά!
H κακοκεφιά που ήρθε χωρίς λόγο, εξαφανίστηκε για όλη την υπόλοιπη μέρα με λόγο.
Τη στοργή και την αγάπη της μαμάς.
Δεν σε φοβάμαι εφηβεία με όλα τα απρόβλεπτα και ανεξήγητα.
Έχω τα καλύτερα όπλα μαζί μου.
Αγάπη, υπομονή και κατανόηση. ♥
Και, ναι μπορεί το κείμενο να το έχει γράψει μια μαμά και στην αναζήτησή μου για εικόνα έψαχνα αυτή τη σχέση, αλλά μόλις είδα αυτή την εικόνα ένιωσα ότι ταιριάζει. Γιατί η μαμά και ο μπαμπάς έχουν παρόμοια συναισθήματα ή και ίδια.
Σταμάτησα στη συγκεκριμένη εικόνα, γιατί την βρήκα πολύ τρυφερή και γιατί νομίζω ότι όσο κι αν ψηλώσει, πάντα έτσι μικρούλα θα βλέπω την κόρη μου όταν περπατάμε χέρι – χέρι στο δρόμο.
Κι όπως αναφέρει στην περιγραφή ο μπαμπάς της εικόνας, Colin Bowern:
“It won’t be long before you let go”.
Οπότε κερδίζεις χρόνο και το κρατάς, όσο περισσότερο καιρό μπορείς.
Γιατί απλά όταν έχεις αυτό το χεράκι στο χέρι σου, νιώθεις ότι κρατάς όλο τον κόσμο. ♥
Μαμά Μαμαδοπούλου
Image by Colin Bowern
2 Comments
Πολύ όμορφο κείμενο! Με συγκίνησε!
Κι εσύ το κάνεις πάντα με τα λόγια σου. 🙂