Πόσο μου αρέσει ο μπακαλιάρος την 25η Μαρτίου!
Πριν λίγες ημέρες είχα ζητήσει από τη μάνα μου, αν θα αγοράσει για εκείνους, να πάρει και για μας, να τον ξαρμυρίσει (γιατί βαριέμαι) και θα τον έφτιαχνα εγώ (με ένα ωραίο κουρκούτι μπύρας, που μου έχει πει).
Επίσης είχα σκεφτεί την Παραμονή της 25ης Μαρτίου, να θυμηθώ μαζί σας εκείνη τη φορά που η κόρη μου φόρεσε την ολοκαίνουργια βελούδινη στολή, που έφτιαξε η γιαγιά μου πριν από 35 χρόνια.
Όμως τελικά…. ούτε μπακαλιάρο έφτιαξα, ούτε είχα μυαλό για δημοσιεύσεις στα social.
Kαι βρέθηκα ανήμερα της Εθνικής Εορτής, να ξυπνάω μέσα από λήθαργο την ώρα που άκουγα τα ραφάλ να πετούν πάνω από την πολυκατοικία μας. Εκείνη την ώρα πετάχτηκα και σκέφτηκα, ότι είχε πάει μεσημέρι (για τα δικά μου δεδομένα).
Ναι, κυρίες και κύριοι! Έγινα trendy κι εγώ. Για ποιά με περάσατε; Δεν θα κολλούσα κι εγώ covid-19; Χα! Ναι!
Τι και που φορούσα μάσκα παντού. Κόλλησα. Νόσησα κι εγώ από κορωνοϊό!
Προφανώς και για να διαβάζετε τούτο το άρθρο, δεν είμαι σε σοβαρή κατάσταση μιας και δεν είμαι “πελούσια” για να έχω δακτυλογράφο.
Τριπλά εμβολιασμένη, είμαι υπό την επίδραση παυσίπονου, κοκτέηλ βιταμινών, μετά από ένα χαλαρωτικό ζεστό μπάνιο, οπότε σε μία καλή διάθεση.
Εγκλωβισμένη σε καραντίνα στην κρεββατοκάμαρα με λαπ τοπ, βιβλία κι ένα σωρό άλλα τσιμπράγκαλα.
Μετά από 3 αρνητικά self test και με μόνο σύμπτωμα ενόχληση στο λαιμό και μια βαριά φωνή, έκανα rapid test και βγήκα θετική. Ούτε πυρετός, ούτε συνάχι, ούτε βήχας, ούτε δέκατα, ούτε πόνοι, ούτε τίποτα. Μόνο λαιμός.
Το χειρότερο όλων, είναι η αγωνία μου, μην έχω κολλήσει άλλους ανθρώπους. Με καθησυχάζουν, ότι φορούσα παντού μάσκα, απολύμαινα τα χέρια μου και το γεγονός ότι με την απουσία βήχα και φτερνίσματος μάλλον η διασπορά ήταν πιο περιορισμένη.
Αφού έκανα το rapid και επέστρεφα στο σπίτι, παίρνω τηλέφωνο να ενημερώσω και τη μητέρα μου.
Άρχισε τα “Ω, παιδί μου! Πώς είσαι; Χρειάζεσαι κάτι; Να σου φέρω φαγητό; Nα σου φέρω φάρμακα; Να σου φέρω την Άρτα και τα Γιάννενα;” κλπ, και μου λέει και το θεϊκό : “Με τον μπακαλιάρο, τι θα κάνουμε;”.
Ακούστηκε τόσο αστείο, αλλά δεν είχα κουράγιο να γελάσω.
Η αγωνία της και η τάση της να φροντίζει και να οργανώνει τα πάντα, έβαλε μέσα και την παραγγελιά του μπακαλιάρου.
“Θα δούμε, μανούλα μου, τι θα κάνουμε με τον μπακαλιάρο. Θα σου πω.”
Πάω σπίτι, πέφτω στο κρεββάτι και αρχίζω να νιώθω λίγο χειρότερα.
Κλείνει περισσότερο ο λαιμός και αρχίζει να πονάει περισσότερο.
Η κόρη αναλαμβάνει δράση χωρίς να το ζητήσω (αυτό ήταν το καλυτερότερο και ομορφότερο όλων <3 ) και μου φτιάχνει φαγητό, μου ετοιμάζει γλυκό, μαζεύει, πλένει πιάτα, καθαρίζει την κουζίνα και χαίρεται που απολαμβάνω το νοστιμότατο γεύμα της.
Είναι ωραίο να σε φροντίζουν και υπέροχο, όταν δεν το ζητάς, αλλά γίνεται γιατί σε νοιάζονται.
Αφού σήμερα είμαι λίγο καλύτερα, μιλάω με τη μάνα μου και με ρωτάει πάλι, αν χρειάζομαι κάτι, μου ξαναλέει:
“Να φτιάξω τον μπακαλιάρο και να σας τον φέρω; Tι θα κάνουμε με τον μπακαλιάρο;”
Ε; Τι θα κάνουμε με τον μπακαλιάρο;
Γέλασα πολύ.
Η καλή μου μάνα ψάχνει να βρει τρόπο να (προσ)φέρει κάτι και αφού της αποκλείω τα πάντα, το μόνο που μπορεί να σκεφτεί είναι αυτή η παραγγελιά. Αυτός ο μπακαλιάρος.
Της είπα, λοιπόν, ότι αν αύριο είμαι καλύτερα, θα μας τον αφήσει στην είσοδο και θα τον φτιάξουμε εμείς.
Περαστικά μου!
Να περάσετε ένα όμορφο 3ημερο!
Χρόνια πολλά!
Και εμείς θα φάμε αύριο τον μπακαλιάρο!
Μαμά Μαμαδοπούλου
No Comments