Έχω πάρει το χαρτάκι σειράς προτεραιότητας και περιμένω να πάρω ένα συστημένο.
Έχω το νούμερο 212 και αυτή τη στιγμή κάλεσαν το 173.
Ουφ. Αρκετή ώρα αναμονής.
Δεν έχω κάποια άλλη δουλειά να κάνω, για να φύγω και να έρθω λίγο αργότερα, οπότε αποφασίζω να ανοίξω το βιβλιαράκι μου (που πάντα είναι μαζί μου) και να διαβάσω μερικές σελίδες μέχρι να φτάσει η σειρά μου.
Την ώρα που ξεφυλλίζω τις πρώτες σελίδες, το 174 καλείται για εξυπηρέτηση.
Πλησιάζει τον γκισέ μια μεγάλη κυρία με ένα χαρτόκουτο.
Θέλει να το στείλει στο Λονδίνο.
Η πολύ γλυκειά και εξυπηρετική υπάλληλος την ρωτάει για το περιεχόμενο.
“Γλυκά. Χριστουγεννιάτικα γλυκά. Δεν έχει σιρόπια.”
Η υπάλληλος χαμογελάει, δείχνοντας, ότι καταλαβαίνει ότι το έχει ξανακάνει στο παρελθόν.
Ζυγίζουν το δέμα και γίνεται ο απαραίτητος υπολογισμός.
“Θα στοιχίσει 60 ευρώ “, της λέει.
Εκείνη κοντοστέκεται.
Φαίνεται, ότι δεν είχε υπολογίσει τόσα.
Όμως προφανώς θέλει να τα στείλει, οπότε βγάζει το πορτοφόλι της και πληρώνει τα χρήματα.
Ο ήχος κλήσης για τον επόμενο αριθμό που θα εξυπηρετηθεί ακουγεται και μία γυναίκα με την έφηβη κόρη της πηγαίνουν στο δίπλα γκισέ.
Άθελά μου ακούω τη συνομιλία, γιατί είμαι κοντά.
Θέλουν να στείλουν ένα φάκελο στη φυλακή. Σε κάποιον δικό τους.
Από τις ερωτήσεις, που κάνουν καταλαβαίνω, ότι δεν του έχουν ξαναστείλει κάτι και δεν ξέρουν ποιά διαδικασία ακολουθείται σε αυτές τις περιπτώσεις.
“Πότε θα το πάρει; Θα αργήσει να φτάσει το γράμμα;”
Η ανυπομονησία για το πότε θα φτάσει ο φάκελος στα χέρια του παραλήπτη, φαίνεται από το χρώμα της φωνής τους.
Την προσοχή μου κλέβει μια νέα κοπέλα που με προσπερνά φορτωμένη με ένα χαρτόκουτο.
Αποστολή: Λέσβος.
Τη ρωτάει η υπάλληλος, τί έχει το δέμα.
“Ρούχα για πρόσφυγες.”
Χαμογελάω.
Έχει περάσει μία ώρα και δεν το έχω καταλάβει καθόλου.
Δεν πρόσεξα όλους εκείνους που ήρθαν για να πληρώσουν λογαριασμούς, τέλη κυκλοφορίας ή για κάποια άλλη διαδικασία.
Έμεινα στα πρόσωπα αυτών των ανθρώπων, που πριν φύγει ο χρόνος έστειλαν την αγάπη τους με ένα γράμμα, με ένα δέμα, μέσα σε ένα φάκελο, μέσα σε ένα χαρτόκουτο.
Δεν ξέρω εάν ήταν η αίσθηση που εγώ ήθελα να δω και την έκανα προβολή στο πρόσωπό τους, αλλά ένιωσα ότι βγαίνοντας από το ταχυδρομείο η ματιά τους ήταν χαμογελαστή.
Κι εκείνη την ώρα ακούστηκε ο ήχος για το 212.
Είχε έρθει η σειρά μου.
Μαμά Μαμαδοπούλου
2 Comments
Δεν ξέρω γιατί ακριβώς… αλλά με άγγιξε αυτή σου η ανάρτηση! Δεν σχολιάζω κάτι απλά ήθελα να σου πω πως μου άρεσε πολύ!
Καλημέρα!
🙂 🙂 Κι εσύ άγγιξες εμένα, που απλά το σχολίασες.
Ευχαριστώ. Καλή Χρονιά!