Γενικά μοιράζομαι σχεδόν όλες τις ανησυχίες μου με τους γονείς μου.
Στην οικογένειά μας έχουμε μάθει να εκφραζόμαστε και να λέμε σκέψεις, συναισθήματα και γεγονότα.
Μεγάλο κομμάτι οφείλεται στη μαμά, που πέρα από το ότι είναι πολύ εξωστρεφής, ήταν (και είναι) πάντα δίπλα μας και γι’αυτό μπορεί να διακρίνει σχεδόν τα πάντα. Δύσκολα της κρύβεσαι..
Αυτό, βέβαια, συμβαίνει με κάθε μάνα, που είναι ουσιαστικά κοντά στα παιδιά της.
Μετά από λίγο καιρό “διαβάζει” τα πάντα στο πρόσωπο και στη συμπεριφορά τους.
Από τότε που έκανα τη δική μου οικογένεια, οι γονείς μου γνωρίζουν, τί γίνεται στη ζωή μου.
Όχι από δική τους περιέργεια, αλλά κυρίως από δική μου ανάγκη, να μοιράζομαι μαζί τους την ιστορία μου.
Μεγαλώνοντας κι επειδή οι ευαισθησίες τους χτυπούν κόκκινο, προσπαθώ να μην τους ανησυχώ άδικα ή τουλάχιστον προσπαθώ, να μην μοιράζομαι μαζί τους την 1η ανησυχία μου. Φιλτράρω λίγο τις αντιδράσεις μου.
Ένα απλό πραγματάκι, μπορεί να τους κάνει να χάσουν τον ύπνο τους.
Για παράδειγμα, δεν είναι πολλές οι μέρες που έκανα το λάθος επιστρέφοντας το βράδυ από τη δουλειά, να πάρω τον πατέρα μου τηλέφωνο, για να τον ρωτήσω σχετικά με κάτι που παρατήρησα στη λειτουργία του αυτοκινήτου.
Την ώρα που του μιλούσα, (επειδή γνωρίζω τον μπαμπά μου) ήξερα ότι δεν έπρεπε να του το είχα κάνει εκείνη τη στιγμή.
Έπρεπε να περιμένω το πρωί.
Συνεννοηθήκαμε να περάσω από το πατρικό μου, πριν φύγω για τη δουλειά, για να δει τη μηχανή του αυτοκινήτου.
Όταν πέρασα στις 07:30, με περίμενε έτοιμος ντυμένος και μου είπε, ότι δεν είχε κοιμηθεί όλο το βράδυ, γιατί σκεφτόταν ότι μπορεί να σημαίνει μεγάλη ζημιά και άρα μεγάλο έξοδο για μένα (“και δεν είναι εποχές να πληρώνεις τόσα χρήματα σε ζημιές, παιδάκι μου”).
Φυσικά δεν ήταν τίποτα και ηρέμησε.
Αλλά είχε περάσει ένα βράδυ αγωνίας.
Όταν, λοιπόν, εμφανίστηκε ένα θεματάκι υγείας (όλα καλά – δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, νοτ του γουόρι, φίλοι και συγγενείς), αναγκαστικά έπρεπε να το πω και στη μαμά μου, γιατί χρειάστηκε να μείνει με την εγγονή της λίγες περισσότερες ώρες, έτσι ώστε να πάω εγώ σε γιατρούς κλπ.
Της το είπα μεσημέρι, αφού έμαθα τί χρειάζεται να κάνω.
Μέχρι το βράδυ της ίδιας μέρας (λίγες ώρες, δηλαδή) είχε κάνει έρευνα σε κοντινούς φίλους και συγγενείς (είναι και διακριτική), για να συγκεντρώσει εμπειρίες, είχε ρωτήσει τη φαρμακοποιό που εμπιστεύεται και είχε μαζέψει ό,τι υλικό μπορούσε σχετικά με τα “πρέπει” και “μη”, τη διατροφή κι ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε.
Μου φάνηκε ακόμη πιο πολύ σημαντικό, γιατί η μαμά μου δεν χρησιμοποιεί internet.
Είναι της παλιάς σχολής του τηλεφώνου μόνο.
Θαύμασα το γεγονός, ότι παρότι είχε δουλειές και ήταν με το παιδί, με ηρεμία, ξεκάθαρα βήματα και απίστευτη ταχύτητα, μπόρεσε μαζέψει ό,τι “υλικό” είχε (και να βγάλει τη δική της διάγνωση :p).
Φυσικά και όλα όσα έμαθε και μου είπε, μου τα είχε πει η γιατρός, αλλά ήθελε κι εκείνη να έχει κάνει τη δική της έρευνα.
Για να βοηθήσει εμένα όπως μπορεί (και για να μπορέσει η ίδια να έχει εικόνα της κατάστασης).
Τώρα που είμαι κι εγώ μαμά, σε τέτοιες περιπτώσεις νιώθω την αγωνία της και την ανάγκη της να φροντίζει και τα δύο παιδιά της κι ας είμαστε κοτζαμ(αν) γομάρια.
Και είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος που διαχειρίζεται την ανησυχία της, δημιουργεί γαλήνη για τους γύρω της και όλο αυτό το μετατρέπει σε αποτελεσματική δράση.
Κι έτσι είναι, γιατί όταν μια μαμά θέλει, όλα τα μπορεί! 🙂
Μαμά Μαμαδοπούλου
Image by Designed by Freepik
No Comments